Η έβδομη συνήθεια των επιτυχημένων διαδόχων είναι η «Ανάληψη Οικονομικού Κινδύνου» (ρίσκου).
Είναι γνωστό ότι στις περισσότερες οικογενειακές επιχειρήσεις οι διάδοχοι είναι και ιδιοκτήτες, λόγω της δωρεάς των μετοχών των γονέων τους. Από αυτήν την άποψη οι διάδοχοι συμμετέχουν ουσιαστικά στον τακτικό προγραμματισμό αξιοποίησης της περιουσίας, χωρίς όμως την ανάληψη των ευθυνών της επιτυχημένης διαχείρισης της ιδιοκτησίας. Στην περίπτωση αυτή, οι Μέντορες θα πρέπει να ενθαρρύνουν τους προστατευόμενούς τους να συμμετέχουν στη διαχείριση των χρηματοοικονομικών υποθέσεων της επιχείρησής τους, τουλάχιστον ως εξάσκηση, για να γίνουν υπεύθυνοι ιδιοκτήτες. Νωρίς στη σταδιοδρομία των προστατευόμενων, αυτό περιλαμβάνει τη διδασκαλία του νεαρού ατόμου στο πώς να διαβάζει τις οικονομικές καταστάσεις και την εξήγηση του αντίκτυπου αυτών των οικονομικών πληροφοριών στις επιχειρησιακές αποφάσεις. Οι Μέντορες πρέπει να συστήσουν τους διαδόχους στους τραπεζίτες και σε άλλους έμπιστους συμβούλους της οικογενειακής επιχείρησης, και πρέπει να εξηγήσουν ότι η ανάπτυξη μιας σχέσης µε αυτούς τους ανθρώπους θα βοηθήσει τελικά στην καθιέρωση της αξιοπιστίας των διαδόχων.
Στη μεταπήδηση από τον απλό κάτοχο ενός δώρου στον ενεργό ιδιοκτήτη μετοχών, οι διάδοχοι πρέπει να είναι πρόθυμοι να αναλάβουν οικονομικούς κινδύνους. Παραδείγματος χάρη, σε µια οικογενειακή επιχείρηση που απέκτησε ένα νέο ανταγωνιστή, η τράπεζα ζήτησε απ’ όλα τα µέλη της οικογένειας να εγγυηθούν προσωπικά τα δάνεια. Μερικά οικογενειακά µέλη ήταν απρόθυμα να συνυπογράψουν ένα τέτοιο έγγραφο, καταδεικνύοντας µε αυτόν τον τρόπο την έλλειψη της δέσμευσής τους για την ανάληψη του οικονομικού κινδύνου. Η προθυμία ανάληψης προσωπικής οικονομικής ευθύνης οριοθετεί τη διαφορά μεταξύ των ρόλων διαχείρισης και ιδιοκτησίας.
Ο οικονομικός κίνδυνος συνδέεται συχνά µε την ανάπτυξη των στρατηγικών ρευστότητας. Παραδείγματος χάρη, όταν ένας νέος ήταν έτοιμος να αναλάβει το ρίσκο της αγοράς της επιχείρησης από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του, πήρε ένα δυναμικό ρόλο. Ζήτησε την άδεια του πατέρα του να συναντηθεί µε τους πληρεξούσιους δικηγόρους, τους λογιστές και τους άλλους συμβούλους με τους οποίους συζητούσαν τις διαδικασίες της εξαγοράς.
Ο οικονομικός κίνδυνος συνδέεται συχνά µε την ανάπτυξη των στρατηγικών ρευστότητας. Παραδείγματος χάρη, όταν ένας νέος ήταν έτοιμος να αναλάβει το ρίσκο της αγοράς της επιχείρησης από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του, πήρε ένα δυναμικό ρόλο. Ζήτησε την άδεια του πατέρα του να συναντηθεί µε τους πληρεξούσιους δικηγόρους, τους λογιστές και τους άλλους συμβούλους με τους οποίους συζητούσαν τις διαδικασίες της εξαγοράς. Με τη βοήθειά τους ανέπτυξε µια πρόταση ν΄ αγοράσει την επιχείρηση και την παρουσίασε στον πατέρα. Ο πατέρας δούλεψε δίπλα-δίπλα παρουσία του γιου του σ’ αυτή τη στρατηγική ρευστότητας και την παρουσίασε στην υπόλοιπη οικογένεια, προκειμένου να προωθηθεί µια ομαλή μετάβαση της ιδιοκτησίας από τη µία γενεά στην επόμενη.
Η δική μας εμπειρία λέει ότι η διαδικασία δημιουργίας στρατηγικών εξαγορών μεταξύ των γενεών διευκολύνεται σημαντικά όταν λειτουργεί η επιχείρηση µε ένα επίσημο Διοικητικό Συμβούλιο. Τα µέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είναι συνήθως οι καλύτεροι σύμβουλοι στο να βοηθήσουν τους διαδόχους στη δημιουργία σχεδίων μεταβίβασης της ιδιοκτησίας. Για να κτίσουν τέτοιες μεταβιβάσεις και να επωμιστούν τον οικονομικό κίνδυνο, οι προστατευόμενοι πρέπει να μελετήσουν λεπτομερώς τη χρηματοοικονομική κατάσταση της επιχείρησης και τις εναλλακτικές στρατηγικές χρηματοδότησης, που μπορούν να ακολουθηθούν για να χρηματοδοτήσουν τέτοιου είδους εξαγορές.
Σε κάθε περίπτωση, τρεις είναι οι αποφάσεις που πρέπει να λάβουν έγκαιρα και σωστά οι οικογένειες για την εξασφάλιση της οικογενειακής τους επιχείρησης: α) η δημιουργία και η σύνθεση ενός «Ανεξάρτητου Διοικητικού Συμβουλίου», β) οι όροι με τους οποίους τα μέλη της οικογένειας μπορούν να ενταχθούν προς εργασία στην εταιρεία και γ) η διαδικασία ανάπτυξης της στρατηγικής. Αν αυτές ληφθούν σωστά και θεσμοθετηθούν έγκαιρα, τότε οι οικογενειακές επιχειρήσεις έχουν πολύ καλές πιθανότητες επιβίωσης. Αλλά υπάρχει ένα ακόμη σημαντικό: η οικογένεια πρέπει να θέλει να συνεχίσει τη λειτουργία της οικογενειακής επιχείρησης.
Μετά από κάθε γενιά, το χάσμα μεταξύ διαχείρισης και ιδιοκτησίας σαφώς διευρύνεται, όπως επίσης και το χάσμα μεταξύ της καθημερινής διαχείρισης της εταιρείας και των μετόχων. Αν αυτό γίνει αντιληπτό, τότε να είστε σίγουροι ότι η πώληση της οικογενειακής επιχείρησης γίνεται περισσότερο αποδεκτή ως λύση από τα μέλη της οικογένειας και είναι η πλέον ενδεδειγμένη.