Σε προηγούμενο άρθρο γράφαμε ότι η σύγκρουση σε μια οικογενειακή επιχείρηση δεν είναι τίποτε άλλο παρά θέμα διαμοιρασμού της εξουσίας. Και όταν κάνει την εμφάνισή της μια ισχυρή δύναμη, τότε είναι σίγουρο ότι ξεκινάει η σύγκρουση. Ειδικά όμως στις οικογενειακές επιχειρήσεις, υπάρχουν μερικοί «τύποι» εξουσίας που τους χρησιμοποιούν τα μέλη των οικογενειών είτε για να πάρουν αυτό που θέλουν, είτε για να πάρουν αυτό που χρειάζονται.
Κατ’ αρχήν χρησιμοποιούν τη λεγόμενη «νόμιμη εξουσία.» Η θέση στο οργανόγραμμα, το ποσοστό ψήφων, ο ρόλος του πατέρα ή της μητέρας, είμαι μερικά παραδείγματα γι’ αυτό που λέμε «νόμιμη εξουσία.» Όσοι ασκούν τη «νόμιμη εξουσία» (θεωρούν ότι…) έχουν το «δικαίωμα» να κατευθύνουν τους υφισταμένους τους, να ψηφίζουν αυτό που είναι προς το δικό τους συμφέρον κ.λπ.. Βεβαίως, η εξουσία που ασκούν μπορεί να μη γίνει σεβαστή, όταν αυτός στον οποίο ασκείται αισθάνεται ότι απειλείται ή ότι το δικαίωμα που έχει κάποιος να ασκεί μια τέτοια εξουσία δεν του έχει δοθεί με τον κατάλληλο τρόπο, οπότε τον αμφισβητεί συνολικά. Είναι η πρώτη περίπτωση άσκησης εξουσίας όπου «αρχίζουν τα όργανα!»
Μάλιστα δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις αμφισβήτησης της θέσης των μεγαλύτερων αδελφών, που οι μικρότεροι σε ηλικία υποστηρίζουν ότι είναι παράνομη η απόδοση της θέσης σ’ αυτόν και ζητούν τον επαναπροσδιορισμό των ρόλων και των αρμοδιοτήτων.
Μια άλλη, πολύ συνηθισμένη μάλιστα περίπτωση, είναι εκείνη όπου ο πρωτότοκος γιός έχει καταλάβει τη θέση του διαδόχου. Πολλές φορές σε οικογενειακές επιχειρήσεις έχουμε δει να υπάρχουν μικρότερα αδέλφια, τα οποία αισθάνονται αδικημένα με την επιλογή του μεγαλύτερου παιδιού. Στη σκέψη του μικρότερου είναι καρφωμένη η ιδέα ότι οι γονείς έχουν επιλέξει μεροληπτικά, χωρίς να υπολογίζουν τους μικρότερους. Μάλιστα δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις αμφισβήτησης της θέσης των μεγαλύτερων αδελφών, που οι μικρότεροι σε ηλικία υποστηρίζουν ότι είναι παράνομη η απόδοση της θέσης σ’ αυτόν και ζητούν τον επαναπροσδιορισμό των ρόλων και των αρμοδιοτήτων. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις αυτό που συμβαίνει είναι ο μικρότερος αδελφός να μην σέβεται τον μεγαλύτερο και ειδικά να μην κάνει αυτά που του λέει ο μεγαλύτερος, ο οποίος, στο κάτω – κάτω, είναι ιεραρχικά ανώτερος. Και σ’ αυτή την περίπτωση θα έχουμε σύγκρουση. Σύγκρουση που συμβαίνει όταν η δύναμη που χρησιμοποιείται από την προνομιακή θέση, θεωρείται ότι θίγει κάποιο μέλος της οικογένειας, οπότε η άσκηση της συγκεκριμένης ισχύος δεν γίνεται αποδεκτή.
Η επόμενη πηγή σύγκρουσης είναι η δύναμη που έχει κάποιος για επιβράβευση. Το πιθανότερο είναι τα ενδιαφερόμενα μέρη στην οικογενειακή επιχείρηση να έχουν την ευκαιρία να επιβραβεύσουν τόσο τον εαυτό τους, όσο και τους άλλους. Πρόκειται για τις γνωστές σε όλους μας ανταμοιβές: υψηλοί μισθοί, μπόνους, δώρα, μα πάνω απ’ όλα ισχυρή επιρροή στη διοίκηση και στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων. Εδώ υπεισέρχεται μια άλλη έννοια που προκαλεί σύγκρουση: η προκατάληψη. Μάλιστα, το άλλο μέρος διαπιστώνει ότι η εξουσία για την επιβράβευση γίνεται είτε ενάντια σε αξίες, είτε ενάντια σε συμφωνημένους κανόνες, οπότε γίνεται προκατειλημμένα. Και σ’ αυτή την περίπτωση το άλλο μέρος δεν πρόκειται να σεβαστεί τις αποφάσεις και φυσικά θα προκληθεί και πάλι σύγκρουση.
Φαίνεται όμως ότι η δύναμη που έχει κάποιος να τιμωρήσει κάποιον άλλον, είναι ίσως η κορυφαία πηγή συγκρούσεων στις οικογενειακές επιχειρήσεις. Αφαίρεση προνομίων, παρακράτηση αμοιβών, παύση χορήγησης ανταμοιβών και αναγνώρισης, είναι τιμωρητικές συμπεριφορές και τα κύρια σημεία που πυροδοτούν σφοδρές συγκρούσεις στις οικογενειακές επιχειρήσεις. Λάθη όμως δεν γίνονται; Προφανώς και γίνονται. Υπάρχουν άνθρωποι που τα παραδέχονται; Ευτυχώς υπάρχουν! Στην περίπτωση της αποδοχής του λάθους, υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτός που έκανε το λάθος αποδέχεται και την τιμωρία. Είναι βεβαίως η εξαίρεση, που επιβεβαιώνει όμως τον κανόνα. Και κανόνας είναι η μη αποδοχή του λάθους και της τιμωρίας. Παρά ταύτα πρέπει να επισημάνουμε ότι η εξουσία που έχει κάποιος να τιμωρεί, αν ασκείται με τον προσήκοντα σεβασμό προς αυτόν που κάνει το λάθος και μπορεί να τεκμηριωθεί/δικαιολογηθεί, τότε μπορεί να έχει πραγματικά ευεργετικά αποτελέσματα στη συνοχή μιας οικογενειακής επιχείρησης.
Επιπρόσθετα, υπάρχουν περιπτώσεις που κάποιος κρατάει ομήρους τους υπόλοιπους γιατί διαθέτει γνωριμίες. Κάποιο μέλος της οικογένειας γνωρίζει μερικούς πολύ καλούς πελάτες που δεν πρέπει να χαθούν για κανέναν λόγο. Ή κάποιος άλλος έχει αναπτύξει σημαντικές σχέσεις εμπιστοσύνης με μια τράπεζα, τέτοιες μάλιστα που αν πάψει να «φαίνεται» αυτός, το πιθανότερο είναι ο δανεισμός της τράπεζας προς την επιχείρηση να τεθεί σε κίνδυνο και να περιοριστεί ή να μην συνεχίσει. Πρόκειται για κλασσική περίπτωση ομηρίας των μελών της οικογενειακής επιχείρησης, που γεννά κι αυτή σφοδρές συγκρούσεις.
Τέλος, μια ακόμη σημαντική πηγή συγκρούσεων είναι αυτή που πηγάζει από τα μέλη εκείνα που μπορεί να κατέχουν εξειδικευμένη γνώση και τεχνογνωσία, οπότε θεωρούν ότι είναι σε θέση είτε να κρατούν σε ομηρία την ίδια την επιχείρηση, είτε την ηγεσία της. Δεν είναι λίγες οι φορές που αυτά τα άτομα απειλούν ακόμη και με «ανταρσία», οπότε και πάλι καταλήγουμε στη σύγκρουση.
Για όλ’ αυτά – και συγχωρέστε με που θα το επαναλάβω για ακόμη μια φορά – το «Σύνταγμα» ή «Οικογενειακό Καταστατικό» μεριμνά μέσω συγκεκριμένων κανόνων και έγκαιρα.